ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

 

 "ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ"

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ :

 

   34. Στη διάρκεια αυτού του χειμώνα  οι Αθηναίοι, κρατώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, έκαναν δημόσια την ταφή αυτών που πρώτοι σκοτώθηκαν σ' αυτό τον πόλεμο, με τον εξής τρόπο. Αφού κατασκευάσουν εξέδρα, εκθέτουν τα οστά των νεκρών για δυο μέρες και φέρνει ο καθένας χωριστά στον δικό του (νεκρό) ό,τι θέλει. Όταν έρθει η ώρα της εκφοράς, άμαξες μεταφέρουν οστεοθήκες φτιαγμένες από ξύλο κυπαρισσιού, μία για κάθε φυλή. υπάρχουν τοποθετημένα τα οστά του καθενός μέσα στη θήκη της φυλής που ανήκε. Μεταφέρουν στα χέρια ένα φέρετρο άδειο στρωμένο (με νεκρικό σεντόνι) , για  τους εξαφανισμένους που  έτυχε να μην βρεθούν στη συλλογή των πτωμάτων των νεκρών της μάχης. Παίρνει μέρος στην νεκρώσιμη πομπή όποιος θέλει απ' τους πολίτες και τους ξένους και παρευρίσκονται γυναίκες συγγενείς (των νεκρών) που θρηνούν με λυγμούς πάνω στον τάφο. Τοποθετούν λοιπόν τις θήκες στο δημόσιο νεκροταφείο που βρίσκεται στο πιο ωραίο προάστιο της πόλης , και ενταφιάζουν πάντα σ' αυτό τους νεκρούς των μαχών, εκτός βέβαια απ' αυτούς που έπεσαν στο Μαραθώνα. επειδή θεώρησαν την ανδρεία εκείνων εξαιρετική, τους έκαναν τον τάφο στο ίδιο μέρος (στον τόπο της μάχης ). Και όταν τους σκεπάσουν με χώμα, ένας άντρας εκλεγμένος από την πόλη που θεωρείται πολύ συνετός και ξεχωρίζει ως προς το κύρος , εκφωνεί πάνω στον τάφο τους τον επαινετικό λόγο που τους ταιριάζει (ή  τον κατάλληλο). Μετά απ' αυτό αποχωρούν. Κατ' αυτόν τον τρόπο λοιπόν τελούν την ταφή και τηρούσαν το έθιμο σ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, σε κάθε παρόμοια περίπτωση.

      Γι αυτούς λοιπόν τους πρώτους εκλέχτηκε να μιλήσει ο Περικλής ο γιος του Ξανθίππου. Κα ι όταν έφτασε ή ώρα , αφού προχώρησε από τον τόπο της ταφής σ' ένα βάθρο που είχε κατασκευαστεί ψηλό, για να ακούγεται σε όσο το δυνατόν περισσότερους από το συγκεντρωμένο πλήθος ,  έλεγε περίπου   αυτά τα λόγια .

<<<επιστροφή